Η εκπαίδευση ενηλίκων αποτελεί έναν δυναμικό και αναπτυσσόμενο τομέα της εκπαίδευσης, με στόχο την παροχή ευκαιριών μάθησης σε άτομα που έχουν ήδη ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. Στην Ελλάδα, η εκπαίδευση ενηλίκων καλύπτει ένα ευρύ φάσμα αναγκών, από την επαγγελματική κατάρτιση και την αναβάθμιση δεξιοτήτων έως την προσωπική ανάπτυξη και την κοινωνική ενσωμάτωση.
Η σημασία της εκπαίδευσης ενηλίκων έγκειται στην προσαρμογή των ατόμων στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς εργασίας και της κοινωνίας. Η διαρκής μάθηση είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας, την απόκτηση νέων δεξιοτήτων και την αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα. Η εκπαίδευση ενηλίκων συμβάλλει επίσης στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και της ενεργού συμμετοχής των πολιτών στη δημόσια ζωή.
Η ελληνική νομοθεσία αναγνωρίζει τη σημασία της εκπαίδευσης ενηλίκων και προβλέπει τη δημιουργία και λειτουργία δομών εκπαίδευσης και κατάρτισης ενηλίκων, όπως Κέντρα Δια Βίου Μάθησης, Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας και Επαγγελματικά Λύκεια. Οι δομές αυτές προσφέρουν προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης σε διάφορα επίπεδα και ειδικότητες, καλύπτοντας τις ανάγκες διαφορετικών ομάδων πληθυσμού.
Η παιδαγωγική της εκπαίδευσης ενηλίκων διαφέρει από την παιδαγωγική της σχολικής εκπαίδευσης, καθώς λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες ανάγκες και τα χαρακτηριστικά των ενηλίκων μαθητών. Η μάθηση των ενηλίκων βασίζεται στην εμπειρία, την αυτονομία και την αλληλεπίδραση, ενώ η διδασκαλία επικεντρώνεται στην παροχή υποστήριξης και καθοδήγησης.