NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Храсти / Θάμνοι - Λεξικό
храст
θάμνος
храст
θάμνος
зеленина
φύλλωμα
вечнозелен
αειθαλής
широколистен
φυλλοβόλος
жив плет
φράχτης
клон
υποκατάστημα
листо
φύλλο
тръни
αγκάθια
цъфтеж
άνθηση
резитба
κλάδεμα
корен
ρίζα
почва
έδαφος
мулч
σάπια φύλλα
поливане
πότισμα
растеж
ανάπτυξη
разсад
σπορόφυτο
размножаване
διάδοση
озеленяване
τοπίο
декоративен
διακοσμητικός
цъфтеж
άνθος
зеленина
πρασινάδα
сянка
σκιά
градина
κήπος
засаждане
φύτεμα
тор
λίπασμα
кълн
βλαστάρι
семе
σπόρος
подрязване
γαρνίρισμα
пейзаж
τοπίο
изрязване
απόκομμα
балдахин
θόλος
храсти
θάμνοι
шипка
ρείκι
храсталаци
θαμνώδης γη
шпалир
κιγκλίδωμα για φυτά ή δέντρα
жив плет
φράχτης
флора
χλωρίδα
листен
φυλλώδης
стъбла
μίσχοι
вечнозелени
αειθαλή φυτά
надменен
υπεροψία
арбустивно
αρμπουστικός
дървесен
ξυλώδης
клонче
βλασταράκι
листен
πολύφυλλος
растителност
βλάστηση
хеджиране
αντιστάθμιση
храст
θάμνος
гъсталак
λόχμη