NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Οργάνωση και Καθαριότητα / Организация и чистота - Λεξικό
οργανώνω
организирам
καθαρός
чист
τακτοποιημένος
подреден
παραγγελία
поръчка
κανονίζω
подредя
πετυχημένος
спретнат
ξεκαθαρίζω
разчистване
συστηματικός
систематичен
απολυμάνω
дезинфекцирам
σκόνη
прах
κενό
вакуум
σκουπίζω
избършете
είδος
сортиране
καθαρίζω
очиствам
στίλβωση
полиране
καθαρίζω
спретнат
αποθήκευση
съхранение
σκούπισμα
метене
σφουγγάρισμα
търкане
απολυμάνω
дезинфекцирам
δροσίζομαι
освежавам
τακτικός
санитар
συμφωνία
уговорка
υγιεινή
хигиена
καθαρίζω
пречиствам
καθαριότητα
чистота
συντήρηση
поддръжка
διοργανωτής
организатор
χωρίς ακαταστασία
без излишни хаоса
καθαριότητα
спретнатост
σύστημα
система
απολυμάνω
дезинфекцирам
απολυμαίνω
дезинфекцирам
καθάρισμα
почистване
τακτός
аранжиран
πεντακάθαρος
безупречен
τρίβεται
изтъркан
απολυμασμένος
дезинфекциран
μεθοδικός
методичен
ξεσκόνισμα
бърсане на прах
τάξη
подреденост
κάθαρση
пречистване
άψογο
безупречен
υγιεινός
хигиеничен
τακτοποίηση
аранжиране
καθαριστής
чистач
αταξία
безпорядък
ταξινομημένο
сортирано
τρίψιμο
търкане
οργανωμένος
организиран