NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Θερμοκρασία / Temperatura - Λεξικό
θερμοκρασία
temperatura
θερμότητα
aquecer
κρύο
frio
ζεστός
esquentar
δροσερός
legal
θερμόμετρο
termômetro
κλίμα
clima
καιρός
clima
πάγωμα
congelar
βρασμός
ferver
υγρασία
umidade
ψύχρα
frio
βαθμούς
graus
θερμόμετρο Φαρενάιτ
Fahrenheit
Κελσίου
Celsius
θερμοστάτης
termostato
μόνωση
isolamento
ακτινοβολία
radiação
μεταβίβαση
condução
μεταγωγή
convecção
πάγωμα
congelando
τήξη
fusão
βρασμός
ebulição
καύσωνας
onda de calor
παγωνιά
geada
παγετώνας
geleira
θερμοδυναμική
termodinâmica
διαβάθμιση θερμοκρασίας
gradiente de temperatura
θερμικός
térmico
περιβάλλων
ambiente
καταψύκτης
freezer
θερμάστρα
aquecedor
λέβητας
caldeira
κλιματολογία
climatologia
θερμοπληξία
insolação
σημείο δρόσου
ponto de orvalho
θερμογράφο
termógrafo
πυρόμετρο
pirômetro
ανταλλαγή θερμότητας
troca de calor
θερμική αγωγιμότητα
condutividade térmica
θερμοκρασία δέρματος
temperatura da pele
δείκτης θερμότητας
índice de calor
κύμα ψύχους
onda de frio
υποθερμία
hipotermia
πυρετός
febre
έλεγχος θερμοκρασίας
controle de temperatura
θερμορύθμιση
termorregulação
θερμική ενέργεια
energia térmica
αισθητήρας θερμοκρασίας
sensor de temperatura
ζεστασιά
cordialidade