NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Освіта – загальна → Εκπαίδευση - Γενικά: Λεξικό
виховувати
εκπαιδεύσει
освіти
εκπαίδευση
вихователь
παιδαγωγός
кваліфікація
προσόν
кваліфікуватися
έχω τα προσόντα
школа
σχολείο
студент
μαθητης σχολειου
викладач
δάσκαλος