NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Παγκόσμιοι Πόλεμοι / الحروب العالمية - Λεξικό
πόλεμος
حرب
στρατιώτης
جندي
μάχη
معركة
στρατός
جيش
όπλο
سلاح
συμμαχία
تحالف
συνθήκη
معاهدة
εμπρός
أمام
ειρήνη
سلام
σύγκρουση
صراع
εχθρός
العدو
διαίρεση
قسم
εισβολή
غزو
ναυτικό
البحرية
αεροπορία
القوات الجوية
χαράκωμα
خندق
ατύχημα
ضحية
πολιορκία
حصار
βομβαρδισμός
قصف
ανακωχή
الهدنة
στρατηγική
الاستراتيجية
προσχέδιο
مسودة
τουφέκι
بندقية
μετάλλιο
ميدالية
νίκη
انتصار
άμυνα
الدفاع
σύμμαχος
حليف
άξονας
محور
πυρηνικός
نووي
κατοχή
إشغال
φυλακισμένος
سجين
επανάσταση
ثورة
διοικητής
قائد
προπαγάνδα
الدعاية
αντίσταση
مقاومة
συνθήκη
معاهدة
κλεφτοπόλεμος
حرب العصابات
κινητοποίηση
التعبئة
οπλοστάσιο
ترسانة الأسلحة
μηδική
طبيب
υποβρύχιο
غواصة
ιππικό
سلاح الفرسان
βομβαρδισμός
قصف
στράτευση
التجنيد
κατοχή
إشغال
στρατολογία
التجنيد الإجباري
σύμμαχοι
حلفاء
κατάπαυση του πυρός
وقف إطلاق النار
φρουρά
حامية
θωρακισμένος
مدرعة