NativeLib
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
Σχετικά με το έργο
Επαφές
Όροι χρήσης
Εμπιστευτικότητα
Λεξικό
Μεταφραστής
Δοκιμές
Βιβλίο φράσεων
Λεξιλόγιο
ΕΛΛΗΝΙΚΆ
▼
Ομαδική εργασία / দলবদ্ধভাবে কাজ করা - Λεξικό
συνεργασία
সহযোগিতা
ανακοίνωση
যোগাযোগ
εμπιστοσύνη
বিশ্বাস
υποστήριξη
সমর্থন
συντονισμός
সমন্বয়
συνεργασία
সহযোগিতা
δέσμευση
অঙ্গীকার
σεβασμός
সম্মান
ηγεσία
নেতৃত্ব
ευκαμψία
নমনীয়তা
συνεργία
সমন্বয়
ευθύνη
জবাবদিহিতা
επίλυση προβλημάτων
সমস্যা সমাধান
κίνητρο
প্রেরণা
στόχοι
লক্ষ্য
ρόλοι
ভূমিকা
υποστηρικτικότητα
সমর্থন
ανατροφοδότηση
প্রতিক্রিয়া
σύμπλεξη
বাগদান
συνεργατικός
সহযোগী
αξιοπιστία
বিশ্বাসযোগ্যতা
ομαδικό πνεύμα
দলগত মনোভাব
ικανότητα προσαρμογής
অভিযোজনযোগ্যতা
ενσυναίσθηση
সহানুভূতি
ακούγοντας
শোনা
επίλυση συγκρούσεων
দ্বন্দ্ব নিরসন
καινοτομία
উদ্ভাবন
αντιπροσωπεία
প্রতিনিধিদল
ομαδική εργασία
দলগত কাজ
συνεργάζομαι
সহযোগিতা করা
αξιοπιστία
নির্ভরযোগ্যতা
θετικότητα
ইতিবাচকতা
αποδοτικότητα
দক্ষতা
συνεργούν
সমন্বয় সাধন করা
συμπεριληπτικότητα
অন্তর্ভুক্তি
ανοιχτό μυαλό
মুক্তমনাতা
κοινό όραμα
যৌথ দৃষ্টিভঙ্গি
ομαδική εργασία
দল গঠন
καθορισμός στόχων
লক্ষ্য নির্ধারণ
συνεργάτης
সহযোগী
συνεταιρισμός
অংশীদারিত্ব
συνοχή
সংহতি
αρχηγός ομάδας
দলনেতা
δεξιότητες συνεργασίας
সহযোগিতা দক্ষতা
δεξιότητες συνεργασίας
সহযোগিতা দক্ষতা
αλληλοεξάρτηση
পারস্পরিক নির্ভরতা
δυναμική της ομάδας
দলের গতিশীলতা
ομαδική προσπάθεια
দলগত প্রচেষ্টা
κοινή ευθύνη
যৌথ দায়িত্ব
αμοιβαίος σεβασμός
পারস্পরিক শ্রদ্ধা